Η Ρωσία του Πούτιν έχει αλλάξει χαοτικά από τη Ρωσία του Γέλτσιν όταν έκανε τα πρώτα βήματα μακριά από το στρατό-κρατούμενο φασιστικό κομμουνιστικό καθεστώς της ΕΣΣΔ. Εκμεταλλευόμενη τις πρώτες ύλες της, έδωσε ξανά ώθηση στην οικονομία και την στρατιωτική της ισχύ, αλλά παραμένει μια από τις μεγάλες δυνάμεις, χωρίς να είναι υπερδύναμη. Το καθεστώς αυτό ενοχλεί την Ρωσία. Αδυνατεί να συμβιβαστεί και αυτό είναι εμφανές από την συμπεριφορά της. Καθημερινά Ρωσικά αεροσκάφη δρουν με επιθετικές διαθέσεις -γνωστές σε μας από τη γείτονα- ως μέσο πίεσης και προβολής ισχύος τόσο προς τους γείτονές της όσο και το ΝΑΤΟ.
Πολλαπλές υπερπτήσεις πάνω από τις Βαλτικές χώρες. Αναγνωρίσεις και δοκιμή της εχθρικής αεράμυνας με μαχητικά και βομβαρδιστικά, στην ανατολή (Ιαπωνία, Κορέα), στη δύση (Βρετανία, Νορβηγία, Σουηδία, Φινλανδία, Βαλτικές χώρες και πρόσφατα μέχρι Καλιφόρνια) αλλά και δίπλα μας (Βουλγαρία, Τουρκία). Επιθετικές αναγνωρίσεις πλοίων, από καταδρομικά μέχρι και αεροπλανοφόρα.
Από την κρίση στην Ουκρανία και μετά, η Ρωσική Αεροπορία έχει τριπλασιάσει τις εξόδους των αεροσκαφών της, δεν έχει φτάσει τα δεδομένα του Ψυχρού Πολέμου αλλά τα πλησιάζει. Η Ρωσία δείχνει ότι μπορεί και αυτό φοβίζει πολλούς που φαντάζονται το παλιό δημιούργημα του Λένιν και του Στάλιν να τρομοκρατεί ξανά τον πλανήτη. Κατά πόσο όμως ο φόβος αυτός είναι βάσιμος;
Η Ρωσία έχει στα χαρτιά τη δεύτερη σε μέγεθος αεροπορία στον κόσμο με 2.500 μαχητικά, εκ των οποίων το 70% είναι επιχειρησιακά διαθέσιμο. Η Αεροπορία κράτησε τόσο τα σύγχρονα αεροσκάφη της όσο και την ικανότητα στρατηγικού πλήγματος όταν ο Στρατός και το Ναυτικό έχασαν μεγάλο μέρος των αντίστοιχων δυνατοτήτων τους. Όπως όλες οι ψυχροπολεμικές χώρες, η Ρωσία το κατάφερε με τη διατήρηση μεγάλου μέρους των υλικών που παρήγαγε την δεκαετία του ΄80 με εκσυγχρονισμούς και ελάχιστες αγορές νέου υλικού.
Η διαφορά της με τις δύο πραγματικές υπερδυνάμεις (ΗΠΑ και Κίνα) είναι ότι η οικονομική κατάσταση και τα χαμένα χρόνια της δεκαετίας του ’90, δεν επέτρεψαν να ανανεώσει ως ήθελε το υλικό της. Ενώ η Κίνα για παράδειγμα ανανέωσε το σύνολο του –απαρχαιωμένου – στόλου της με νέες σχεδιάσεις σε μεγάλους αριθμούς, η Ρωσία αγόρασε τα πρώτα της αεροσκάφη μόλις το 2003. Το πρόγραμμα της δεκαετίας είναι με 130 δις. δολάρια να αγοράσουν όσα αεροσκάφη μπορούν μέχρι το 2020, επενδύοντας μόνο στην τοπική βιομηχανία. Ο στόχος αυτός είναι δύσκολος. Ναι μεν υπάρχουν οι εγκαταστάσεις αλλά είναι ακόμα σε επίπεδα προηγούμενων δεκαετιών και χρειάζονται οι ίδιες αναβάθμιση. Η βιομηχανία στερείται μηχανικών, οι καλύτεροι φεύγουν για τις πλουσιότερες χώρες. Η βιομηχανία ηλεκτρονικών που παραδοσιακά είναι σε χαμηλότερο επίπεδο από τη Δύση, δεν ενοχλούσε στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου όταν η ΕΣΣΔ έβγαζε εκατοντάδες μαχητικά το χρόνο και επένδυε στην αντοχή έναντι ηλεκτρονικών παλμών των παλαιότερων γενεών ηλεκτρονικών και στην στιβαρότητα σε ειμί εκπαιδευμένο προσωπικό. Τώρα όμως η Ρωσία ανησυχεί ειδικά όταν τα νέα της μαχητικά είναι φτιαγμένα σε Νατοϊκά πρότυπα δίνοντας υψηλή προτεραιότητα στην ηλεκτρονική αναγνώριση του αντιπάλου και την αποφυγή της αναγνώρισης αυτού.
Ο πόλεμος της Ουκρανίας, στέρησε τη Ρωσία από ένα παραδοσιακό προμηθευτή ηλεκτρονικών και λοιπών αμυντικών συστημάτων. Μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετωπίζουν τα ελικόπτερα, αναγκάζοντάς την να καθυστερήσει τον εκσυγχρονισμό τους, αλλά και να αδειάζει το στοκ ανταλλακτικών για να έχει σε πτητική κατάσταση μέρος του στόλου. Ακολουθεί το πρόγραμμα μεταγωγικού An-124 που ήταν κοινό με την Ουκρανική Αεροπορία και μεγάλο μέρος ανταλλακτικών για μαχητικά (όπως τα αλεξίπτωτα ανάσχεσης) που παράγονταν σε ουκρανικά εργοστάσια. Η Ρωσία ψάχνει απεγνωσμένα για προμηθευτές και συμπαραγωγούς για να αντικαταστήσει την εμπειρία και την παραγωγή της Ουκρανίας.
Η Ρωσία στηρίζει τον αεροπορικό της στόλο σε εκσυγχρονισμούς και μετασκευές του επιτυχημένου Su-27, στα μαχητικά Su-30, Su-34, και Su-35 (~240 σύνολο). Το νέο μαχητικό T-50 – ακόμα στη φάση πρωτοτύπου – βασίζεται στην Ινδική συγχρηματοδότηση για την επιβίωση και εξέλιξή του. Οι Ινδοί είναι με 5 δις. δολάρια στο πρόγραμμα με τους Ρώσους να τρομάζουν για τυχόν αλλαγή της προτίμησης αυτών προς το ταχύτερα αναπτυσσόμενο κινεζικό J-20. Η αντιπαλότητα μεταξύ Ινδίας και Κίνας δίνει ελπίδα για αγορά 200 μαχητικών τελικά από την τελευταία που θα σημαίνει αυτόματα χρηματοδότηση για μαχητικά για την Ρωσική Αεροπορία.
Η Ρωσία θέλει αρχικά 60 μαχητικά μέχρι το 2020 κάτι που είναι αρκετά αισιόδοξο για ένα τόσο νέο πρόγραμμα που έχει μόνο 5 πρωτότυπα. Εξήντα μαχητικά στελθ το 2020 ίσως ακούγονται καλός αριθμός, αλλά οι ΗΠΑ την ίδια εποχή θα έχουν τα 187 F-22 τους (επιχειρησιακά πάνω από δεκαπέντε χρόνια) και αριθμό από τα 2.400 F-35 που παράγουν. Η Κίνα δεν έχει ενημερώσει για το δικό της στελθ ντουέτο, αλλά δυτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι θα δούμε σε πάνω από 300 μονάδες τα J-20 και J-31, ενώ διαθέτει ήδη 240 J-10 και 280 J-11/Su-30.
H Ρωσία το 2020, θα επιχειρεί με μικρό αριθμό στελθ μαχητικών, και με ένα στόλο που δεν ανανεώνεται και γερνά χρόνο με το χρόνο. Τελικά η απειλή της Ρωσίας δεν είναι τόσο βάσιμη όσο θα ήθελε η τελευταία.
Απόδοση του «Russia’s air corps is a powerful but fading force» από το Reuters Opinion
Κατηγορίες:Άμυνα & Ασφάλεια, Γεωστρατηγική